Ο γενναίος καθορίζεται με βάση τον ανθρώπινο φόβο και το ανθρώπινο θάρρος δηλαδή αν κάποιος δείχνει θάρρος εκεί που οι περισσότεροι ή όλοι φοβούνται, είναι τότε γενναίος.
Δεν πρέπει να χαρακτηρίσουμε γενναίο εκείνον που έχει θάρρος χάρη στην πείρα του.
Π.χ. όπως οι επαγγελματίες στρατιώτες γιατί χάρη στην πείρα τους ξέρουν ότι σε τούτο τον τόπο ή ή τον χρόνο ή κάτω απ 'τις συγκεκριμένες συνθήκες δεν μπορούν να πάθουν κακό.
Επίσης ούτε, και όσοι δεν έχουν πείρα σχετικά με τις ενδεχόμενες συνέπειες, πρέπει να χαρακτηριστούν γενναίοι γιατί είναι απελευθερωμένοι από τον φόβο της απειρίας τους.
Υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούνται γενναίοι εξ αιτίας των παθών τους.
Π.χ. Οι ερωτευμένοι ή οι θρησκευόμενοι (πχ.μάρτυρες αυτοκτονίας). Ούτε αυτούς τους λέμε γενναίους.
Γιατί αν τους στερήσουμε το πάθος τους, παύουν να είναι γενναίοι.
Ούτε είναι ανδρεία όταν οι άνθρωποι υπομένουν τον κίνδυνο από ντροπή μπροστά στους συμπολίτες τους. Όχι πως η ανδρεία εμφανίζεται σε κάποιον χωρίς καθόλου πάθος και ορμή.
Αλλά η ορμή πρέπει να προέρχεται από τη λογική και να κατευθύνεται προς το καλό.
Όποιος λοιπόν ωθείται από λογική ορμή και αντιμετωπίζει τον κίνδυνο για χάρη του καλού, είναι γενναίος.
Δεν σημαίνει όμως επειδή δείχνει πάθος και ορμή την ώρα της ανδρείας πράξης, ότι ο γενναίος άνθρωπος δεν φοβάται καθόλου.
Γιατί δεν είναι γενναίος ένας άνθρωπος που δεν φοβάται τίποτα.
Τότε και οι πέτρες και τα άλλα άψυχα θα ήταν γενναία.
Είναι αναγκαίο να αντιμετωπίζει τον κίνδυνο, παρά το ότι νιώθει τον φόβο διαφορετικά, αν τον αντιμετωπίζει χωρίς να νιώθει φόβο, δεν είναι γενναίος.